Η ιστορία της γιαγιάς μου
Ειρήνη Μωραΐτη-Βερεκέτη. Αυτό ήταν το όνομα της Σμυρνιάς γιαγιάς μου. Ήταν μία αρχόντισσά, ήταν η παιδική μου φίλη, ο άνθρωπος που με μύησε στα αρώματα της ανατολής, μια γυναίκα που δεν θα ξεχάσω ποτέ. Ήταν δυναμική δραστήρια, κοκέτα, καλή μαγείρισσά αλλά πάνω από όλα άνθρωπος, που έμαθε να πονάει, να μοιράζεται και να στηρίζει την ελπίδα της στον Θεό.
Την νύχτα του μεγάλου σπαραγμού και της καταστροφής της Σμύρνης βρέθηκε με την μητέρα της στην προκυμαία, περιμένοντας το καΐκι που θα τους έφερνε στην Ελλάδα. Ήταν μόνο δεκατριών χρονών. Για να την γλυτώσει η μητέρα της από του Τούρκους, την έβαλε κάτω από τα φαρδιά της φορέματα και την έκανε σκαμνάκι. Ευτυχώς πέρασε απαρατήρητη. Και όταν έφτασε το καΐκι, την έσπρωξε να μπει μέσα. Την άκουγα να αναφέρει πάντα αυτό το γεγονός ,γιατί ο τρόμος δεν μπορεί να ξεφύγει από την παιδική μνήμη.
Μεγάλωσε στη Ν.Ερυθραία, σε προσφυγικό καταυλισμό και αργότερα βρέθηκε να ζει παντρεμένη στην Καβάλα με τον παππού μου Αντώνη Βερεκέτη ο οποίος είχε επιστρέψει με την ανταλλαγή τον πληθυσμών. Η τέχνη της ραπτικής που έμαθε από μικρή στην Σμύρνη την βοήθησε να επιβιώσει, να κάνει το δικό της ατελιέ, με πελατεία τις αριστοκρατικές οικογένειες του Αγίου Ιωάννη Καβάλας. Νυφικά, τουαλέτες, κεντήματα με παγιέτες ήταν πολλά από τα χειροποίητα έργα της. Αλώστε ήταν από της πρώτες συνδρομήτριες της SINGER. Μακάρι να είχα τότε μία φωτογραφική μηχανή, να τα φωτογραφίσω!
Στην μαγειρική ήταν άφθαστη. Όταν μαγείρευε μου εξιστορούσε τη υλικά θα χρησιμοποιούσε, πως θα το φτιάξουμε, πως το έκαναν στην Σμύρνη και φυσικά έπρεπε να την βοηθήσω για να δει, εάν το είχα καταλάβει. Το αγαπημένο μου φαγητό ήταν κρέας με κυδωνιά, το κατεξοχήν Χριστουγεννιάτικο γεύμα. Μια συνταγή της προ γιαγιάς Γιασεμώς στην γιαγιά μου Ειρήνη και με μελλοντική διαδρομή σε μένα και στα παιδία μας. Φυσικά εάν τύχαινε και περνούσε ο γανωτής από την γειτονία η ο παγοπώλης έπρεπε να τους φωνάξει και να τους τρατάρει φαγητό στην αυλή του σπιτιού μας, με εκείνη την σμυρναίικη προφορά που την ακολουθούσε σε όλη της την ζωή.
Δεν ξέρω γιατί της είχα ιδιαίτερη αδυναμία, ίσως γιατί ήταν η προσωποποίηση της αγάπης, η αγκαλιά της οικογένειας, ίσως για τα πολλά της χαρίσματα που μου μετέφερε? Εκείνο που ξέρω είναι ότι δεν την αποχωριζόμουν και μέχρι την ηλικία τον 63ον ετών που έφυγε από κοντά μας και που δυστυχώς ήταν ήδη τυφλή από σοβαρή ασθένεια, εγώ είχα γίνει το μπαστούνι της, που την οδηγούσα τα απογεύματα σε ένα, δύο σπίτια φίλων που ήθελε να επισκέπτεται. Ναι, νομίζω πραγματικά πως ζεί ακόμα δίπλα μου.
Υ.Γ το πραγματικό της επίθετο ήταν Μπερεκέτη. Αλλά επειδή τα καζάνια στο συσσίτιο αδειάζαν μέχρι το γράμμα Μ το άλλαξε σε Β δηλαδή το σημερινό Βερεκέτη, για να προλαβαίνουν το φαγητό.